Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να προσβληθεί κάποιος ασθενής από νέες ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, οι οποίες πολλές φορές αποδεικνύονται ιδιαίτερα δυνητικά επικίνδυνες και δύσκολα θεραπεύσιμες. Ένα νέο, πειραματικό εμβόλιο που χορηγείται κατά την άφιξη στο νοσοκομείο θα μπορούσε να βοηθήσει στην πρόληψη τέτοιων λοιμώξεων από βακτήρια και μύκητες που είναι ανθεκτικά στα φάρμακα, ενεργοποιώντας ένα διαφορετικό τμήμα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Τα εν λόγω βακτήρια εκτίθενται συστηματικά σε αντιβιοτικά, και πολλά από αυτά αναπτύσσουν αντοχές, προτού μεταδοθούν από τα χέρια των θεραπευτών ή τον ιατρικό εξοπλισμό σε άλλους ασθενείς. Οι λοιμώξεις αυτές μπορεί να αποβούν θανατηφόρες, ιδίως για τους ασθενείς που νοσηλεύονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας ή έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.
Προκειμένου να προλάβουν αυτές τις λοιμώξεις, οι ερευνητές του University of Southern California (USC) ανέπτυξαν έναν νέο τύπο εμβολίου που θα μπορούσε να χορηγηθεί στους ασθενείς κατά την άφιξή τους στο νοσοκομείο, ώστε να τους προστατεύσει από ένα ευρύ φάσμα λοιμώξεων κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο νοσοκομείο.
Στην πλειοψηφία τους τα εμβόλια λειτουργούν διεγείροντας το προσαρμοστικό ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να παράγει αντισώματα που στοχεύουν σε ένα συγκεκριμένο παθογόνο. Ωστόσο, το νέο εμβόλιο λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο, ενεργοποιώντας το έμφυτο ανοσοποιητικό σύστημα για να ενισχύσει την παραγωγή ανοσοποιητικών κυττάρων που ονομάζονται μακροφάγα. Αυτά βρίσκονται σε όλους τους ιστούς του σώματος, όπου ανιχνεύουν και καταστρέφουν ξένους εισβολείς όπως τα βακτήρια και οι μύκητες, με αποτέλεσμα το εν λόγω εμβόλιο να προσφέρει δυνητικά ευρεία δράση αντί να ξεχωρίζει έναν μεμονωμένο στόχο.
Το εμβόλιο δοκιμάστηκε σε ποντίκια σε δύο ανεξάρτητα εργαστήρια, και πράγματι, τα επίπεδα των μακροφάγων στο αίμα αυξήθηκαν σημαντικά. Το γεγονός αυτό τα προστάτευσε από λοιμώξεις του αίματος ή των πνευμόνων από πολλαπλά ανθεκτικά στα φάρμακα στελέχη βακτηρίων, όπως τα MRSA, E. coli, Enterococcus faecalis, Acinetobacter baumannii, Klebsiella pneumoniae και Pseudomonas aeruginosa, καθώς και από κοινούς μυκήτες όπως οι Rhizopus delemar και Candida albicans.
Αποδείχτηκε ότι μια μόνο δόση ξεκινά να δρα εντός 24 ωρών και συνεχίζει τη δράση της για έως και 28 ημέρες, ενώ στη συνέχεια μπορεί να χορηγηθεί μια δεύτερη δόση για να ενισχυθεί εκ νέου η αποτελεσματικότητα. Σημαντικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι το εμβόλιο συντίθεται από τρία συστατικά - υδροξείδιο του αλουμινίου, μονοφωσφορυλικό λιπίδιο Α - τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί από τον FDA για χρήση σε εμβόλια στον άνθρωπο, καθώς και ένα τμήμα ενός κοινού δερματικού μύκητα.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το εμβόλιο θα μπορούσε να συμβάλει στην πρόληψη θανάτων και ασθενειών από νοσοκομειακές λοιμώξεις και να επιβραδύνει την ανάπτυξη αντοχής στα αντιβιοτικά. Το επόμενο βήμα είναι να διεξαχθούν κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν στο μέλλον σε συνεργασία με τον FDA.