Πλαστικά σωματίδια ανιχνεύονται για πρώτη φορά στο ανθρώπινο αίμα
Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Vrije στην Ολλανδία έριξαν πρόσφατα φως στην έκταση που έχει πάρει το πρόβλημα της ρύπανσης από πλαστικό, εντοπίζοντας μικροπλαστικά σωματίδια στην κυκλοφορία του αίματος και αναλύοντας τις πιθανές επιπτώσεις αυτών στο ανθρώπινο σώμα.
Τα πλαστικά απόβλητα που εισέρχονται στο περιβάλλον διασπώνται σε μικρότερα θραύσματα, τα λεγόμενα μικροπλαστικά, μέσω της επίδρασης φυσικών δυνάμεων όπως είναι το υπεριώδες φως, ο άνεμος, τα ωκεάνια ρεύματα. Τα πλαστικά αυτά μικροσκοπικά σωματίδια που προέρχονται από σακούλες, μπουκάλια και άλλα αντικείμενα, προκαλούν τεράστια προβλήματα αφού δύναται να προσληφθούν από ζωντανούς οργανισμούς, επίσης η πορεία τους είναι πολύ δύσκολο να παρακολουθηθεί. Έχουμε πολλές φορές γίνει μάρτυρες των επιπτώσεών τους στους θαλάσσιους οργανισμούς, όπου προκαλούν ανευρύσματα (στα ψάρια) και γνωστική εξασθένηση (σε καβούρια ερημίτες). Επίσης, ίχνη από πλαστικά σωματίδια πλαστικά έχουν ανακαλυφθεί σε ανθρώπινους ιστούς και στα κόπρανα.
Βασισμένη στην παραπάνω παρατήρηση, η ερευνητική ομάδα πίσω από την υπό συζήτηση μελέτη διερεύνησε την πιθανή παρουσία μικροπλαστικών στο ανθρώπινο αίμα, ελέγχοντάς το με μία νέα μέθοδο που περιλαμβάνει τη χρήση ενός φασματογράφου μάζας. Δείγματα από 22 υγιείς δότες αναλύθηκαν, με τα τρία τέταρτα των συμμετεχόντων να παρουσιάζουν στο αίμα τους τουλάχιστον ένα από πέντε διαφορετικά πολυμερή και δομικά στοιχεία του πλαστικού υλικού που οι επιστήμονες αναζητούσαν. Το τερεφθαλικό πολυαιθυλένιο (PET), το πολυαιθυλένιο και τα πολυμερή στυρολίου ήταν οι πιο κοινές μορφές πλαστικού που εμφανίστηκαν στα δείγματα. Το στοιχείο αυτό ήταν και η πρώτη απόδειξη πως το υλικό αυτό μπορεί όντως να απορροφηθεί και να κυκλοφορήσει στο ανθρώπινο αίμα. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Environment International, η μέση συγκέντρωσή τους ισοδυναμούσε με ένα κουταλάκι του γλυκού για κάθε 1.000 λίτρα νερού.
Τα μικροπλαστικά σωματίδια καταλήγουν στην κυκλοφορία του αίματος πιθανότατα μέσω της επαφής με τους βλεννογόνους αδένες, λόγω κατάποσης, αλλά και λόγω εισπνοής σε περίπτωση που τα αιωρούμενα σωματίδια είναι μεταξύ 1 νανομέτρου και 20 μικρομέτρων. Η παρουσία τους μπορεί έχει τοξικές επιδράσεις στα κύτταρα και να αλλάξει τη μορφή τους. Μελέτες σε ποντίκια έχουν δείξει ότι καταφέρνουν να διεισδύσουν στον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και να συμβάλουν στην υψηλή χοληστερόλη και στις καρδιακές παθήσεις.
Οι συγγραφείς της συγκεκριμένης νέας μελέτης προσπαθούν να διερευνήσουν πώς τα σωματίδια αυτά επηρεάζουν περαιτέρω την ανθρώπινη υγεία, κοιτώντας τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να μετακινηθούν από το αίμα προς ιστούς και όργανα, προκαλώντας διάφορες βλάβες. Επίσης θέλουν να αποκτήσουν μια σαφή εικόνα ως προς το πόσο διαδεδομένη είναι η ρύπανση από πλαστικό στο ανθρώπινο σώμα, για να προσδιορίσουν αν η έκθεση σε πλαστικά σωματίδια αποτελεί απειλή για τη δημόσια υγεία.
[via]