Donald Trump: Απειλεί με έξτρα 50% δασμούς την Κίνα!

Το παιχνίδι των δασμών συνεχίζεται, καθώς ο Donald Trump αντέδρασε στην... απάντηση της Κίνας και απειλεί πλέον με πρόσθετους δασμούς σε αυτούς που έχει ήδη επιβάλει, προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερο πονοκέφαλο στις εταιρείες που κατασκευάζουν τα προϊόντα τους στην Κίνα (π.χ. Apple), αλλά και στους καταναλωτές.

Τη Δευτέρα, ο πρόεδρος Donald Trump απείλησε να πλήξει την Κίνα με πρόσθετο δασμό 50% - πέραν του 54% που έχει ήδη επιβληθεί εναντίον της - εάν ο ασιατικός γίγαντας αρνηθεί να ακυρώσει τον δασμό 34% που επέβαλε πρόσφατα στις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, ο οποίος είχε οριστεί ως απάντηση στους δασμούς που ανακοίνωσε ο Trump στις 2 Απριλίου. Μάλιστα, ο Trump δήλωσε ότι ο νέος συνολικός δασμός του επιβλητικού 104% στις κινεζικές εισαγωγές θα τεθεί σε ισχύ την Τετάρτη 9 Απριλίου, εάν η Κίνα δεν υποχωρήσει.

Με τη συντριπτική πλειονότητα των iPhone να εξακολουθεί να κατασκευάζεται στην Κίνα, αυτό θα μπορούσε δυνητικά να σημαίνει τεράστιες αυξήσεις τιμών για τη δημοφιλή συσκευή της Apple, καθώς και για πολλά άλλα προϊόντα της.

Αν η Apple μετακυλήσει στους πελάτες της ολόκληρο τον εισαγωγικό φόρο 104%, τότε το iPhone 16 Pro Max (1TB), το οποίο σήμερα κοστίζει 1.599 δολάρια, θα ανέβαινε στα 3.262 δολάρια. Από την άλλη, το iPhone 16e που κυκλοφόρησε πρόσφατα ως το πιο προσιτό μοντέλο της Apple, θα έφτανε στα 1.222 δολάρια για την έκδοση 128GB, από 599 δολάρια.

Είναι μάλλον απίθανο η Apple να μετακυλήσει το σύνολο του φόρου εισαγωγής στους πελάτες, καθώς διαθέτει αρκετά μετρητά για να απορροφήσει με άνεση τουλάχιστον ένα μέρος του κόστους. Παρόλα αυτά, η υψηλότερη τιμολόγηση για τους καταναλωτές στις ΗΠΑ υπό τις παρούσες συνθήκες φαίνεται αναπόφευκτη.

Διάφοροι αναλυτές πιστεύουν ότι η Apple θα επιχειρήσει να μεταφέρει την αλυσίδα εφοδιασμού σε άλλες χώρες με χαμηλότερους δασμούς ή ακόμα και να ζητήσει να εξαιρεθεί το iPhone (ή/και άλλα προϊόντα της) από τους δασμούς του Donald Trump, κάτι που είχε καταφέρει και κατά την πρώτη θητεία του προέδρου.

*Η κεντρική εικόνα προέρχεται από τη Financial Times.

[via]

Loading